Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Εύλογη κίνηση ή κατάφορη προσβολή;

germany234Πολλά είναι τα μέλη της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας που θα ήθελαν να οριστεί Ευρωπαίος επίτροπος με αρμοδιότητες βέτο για την εποπτεία του ελληνικού προϋπολογισμού και να υποχρεωθεί η ελληνική κυβέρνηση να θέσει την εξυπηρέτηση του χρέους πριν από όλες τις άλλες δημόσιες δαπάνες.Όμως η οργισμένη αντίδραση της Αθήνας και η έγκληση των περισσότερων Ευρωπαίων πολιτικών, ακόμη και του ηγέτη των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών, για επαναφορά της κυβέρνησης Μέρκελ στη δημοκρατική τάξη τους χάλασε το σχέδιο.
Είχαν ενδιαφέρον ωστόσο οι συζητήσεις και τα σχόλια που προκάλεσε το γερμανικό σχέδιο διεθνούς – δηλαδή ευρωπαϊκού – οικονομικού ελέγχου της Ελλάδας το Σαββατοκύριακο και που βρήκαμε καταγεγραμμένα σε ειδησεογραφικούς τόπους και μπλογκς εντός και εκτός Ελλάδας, με τους σχολιαστές να διακρίνονται κατά βάση σε δύο στρατόπεδα: σε όσους έβλεπαν θετικά τη γερμανική πρόταση και ήταν πρόθυμοι να την προσυπογράψουν στο όνομα των αμαρτιών του ελληνικών πολιτικών κομμάτων – πολύς απλός κόσμος στο εξωτερικό αλλά και Έλληνες εκτός ή εντός της χώρας – και σε όσους την απέρριπταν κατηγορηματικά – κάποιος κόσμος έξω και πολύ περισσότερος εδώ – στο όνομα του ιστορικού παρελθόντος της Γερμανίας που της υπαγορεύει να αποφεύγει τις προκλήσεις.
Τα σχόλια αυτά συνέκλιναν κατά κάποιο τόπο σε δύο διαφορετικές οπτικές εκ των οποίων η μία θεωρούσε τη γερμανική πρόταση ως υπερβολική, ενδεχομένως, μορφή εποπτείας που έχει σαν στόχο να επιβάλει τη νομιμότητα πάνω στην έκνομη Ελλάδα και η άλλη ως απαράδεκτη παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας. Και βρήκαμε ακόμη μια πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα του Άλαν Μπίτι στους Financial Times: το πώς τοποθετήθηκε κανείς στην πρώτη ή στη δεύτερη οπτική, κατά τον Μπίτι, δεν είχε να κάνει μόνο με το πώς διάβαζε αυτά που γίνονται σήμερα μέσα στην κρίσης αλλά κυρίως με το πώς έχει διαβάσει τις ευθύνες των εμπλεκομένων μερών μέσα σε όλα όσα προηγήθηκαν και μας έφεραν στην σημερινή κρίση. Και αναλόγως της βασικής αφήγησης η γερμανική πρόταση μπορεί να φαίνεται είτε εύλογη επιλογή είτε κατάφορη παραβίαση.
Ας πάρουμε την πρώτη εκδοχή. Τι μας λέει; Μια χώρα που έχει αποδείξει ότι αδυνατεί να διαχειριστεί τα δημόσια οικονομικά της κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση γίνεται δεκτή με γενναιοδωρία αν και κάποια επιπολαιότητα σε μια νομισματική ένωση, με επικεφαλής ένα κράτος γνωστό για τη δημοσιονομική και νομισματική ορθοδοξία του. Μετά από δέκα χρόνια έρχεται η κρίση και η ώρα του λογαριασμού και η χώρα αυτή δέχεται με απροθυμία να ανατρέψει τα αποτελέσματα πολλών δεκαετιών δημοσιονομικής και οικονομικής ασωτίας προκειμένου να εξασφαλίσει μια γενναιόδωρη οικονομική βοήθεια με επιτόκια χαμηλότερα των αγορών από τις λίγες αξιόπιστες χώρες της ένωσης. Όταν κι αυτό αποτυγχάνει εξαιτίας της ενδημικής πολιτικής δυσλειτουργίας της εν λόγω χώρας, τα λίγα αξιόπιστα κράτη πολύ σωστά επιμένουν στην εισαγωγή ενός πλαισίου δημοσιονομικής ένωσης που κανονικά θα έπρεπε να είχε εισαχθεί μια 10ετία πριν. Αυτό αντιπροσωπεύει η εισαγωγή ενός επιτρόπου στον οποίο η χώρα θα μεταβιβάσει την εθνική κυριαρχία επί των δημοσίων οικονομικών της.
Αν δούμε όμως την ακολουθία των γεγονότων που μας έφεραν ως εδώ με άλλο τρόπο, το γερμανικό σχέδιο αποτελεί την ύστατη προσβολή. Ποια είναι η άλλη εκδοχή; Ένα φτωχό κράτος της ευρωπαϊκής περιφέρειας ενθαρρύνεται να προσχωρήσει σε ένα ενιαίο νόμισμα με προβληματική αρχιτεκτονική από τις πλούσιες ελίτ των κρατών που κυριαρχούν σε αυτή την ένωση. Οι χώρες αυτές θέτουν κανόνες χρέους και ελλείμματος για τη νομισματική ένωση, γίνονται οι πρώτες που τις παραβιάζουν κι όμως δεν αντιμετωπίζουν κυρώσεις.
Στη συνέχεια η αυταρέσκεια, οι αδυναμίες του ρυθμιστικού πλαισίου του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού τομέα αλλά και η απουσία καλών επενδυτικών ευκαιριών στις δικές τους στάσιμες οικονομίες οδηγούν αυτές τις χώρες ελίτ να ενθαρρύνουν τις τράπεζες τους να προβούν σε αστόχαστο δανεισμό στη φτωχή χώρα της περιφέρειας. Μεγάλο μέρος αυτού του χρήματος επιστρέφει στις ίδιες για την αγορά οπλικών συστημάτων, ηλεκτρονικών συστημάτων και άλλων καταναλωτικών αγαθών. Κι όταν αυτά τα δάνεια φτάσουν στο κόκκινο, τα ελίτ κράτη σπεύδουν να σώσουν τις τράπεζες τους πρώτα φορτώνοντας τη χώρα δανειολήπτη με ακόμη μεγαλύτερα δάνεια που κάποια στιγμή θα πρέπει να αποπληρώσει και στη συνέχεια με την επιβολή διεθνούς οικονομικού ελέγχου για να εκβιάσουν την αποπληρωμή τους μέσω νομικών δεσμεύσεων.
Αν αφήσουμε κατά μέρος τις συνήθεις αλλά όχι ιδιαίτερα χρήσιμες συγκρίσεις της ελληνικής υπόθεσης με τις πολεμικές επανορθώσεις της Γερμανίας μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, θα δούμε ότι πιο χρήσιμες ιστορικές αναλογίες υπάρχουν με το Κόσοβο και την Αίγυπτο του 19ου αιώνα. Το Κόσοβο τέθηκε υπό διεθνή και ευρωπαϊκή εποπτεία από την κήρυξη της ανεξαρτησίας του από τη Σερβία το 2008. Στην περίπτωση της Αιγύπτου, είχαμε μια εισβολή της Βρετανίας με τη στήριξη της Γαλλίας το 1882, μετά από ένα στρατιωτικό πραξικόπημα ενάντια στο οθωμανικό καθεστώς το οποίο έθεσε σε κίνδυνο τις επενδύσεις τους και την επιβολή οικονομικού ελέγχου ως και τον τερματισμό του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Η μεταχείριση της Ελλάδας σαν το Κόσοβο σημαίνει ότι είναι ένα ανάλογο δυσλειτουργικό κράτος που απειλεί να αποσταθεροποιήσει την Ευρώπη. Στην πραγματικότητα βέβαια ένα ελληνικό χρεοστάσιο δεν αντιπροσωπεύει απαραιτήτως έναν υπαρξιακό κίνδυνο για την Ευρωζώνη, τέτοιο που να δικαιολογεί την κατάλυση της δημοκρατικής νομιμότητας. Κάθε κράτος που δέχεται ευρωπαϊκά κεφάλαια διάσωσης παραιτείται από ένα τμήμα της ελευθερίας του – και αυτή είναι η βάση των προγραμμάτων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Αλλά υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις προσωρινές ειδικές συνθήκες σε αντάλλαγμα για ένα δάνειο και στην αποδοχή μιας μόνιμης απώλειας της δημοσιονομικής αυτονομίας ενός κράτους. Και βέβαια δεν ισχύει ότι ο ορισμός ενός επιτρόπου προϋπολογισμού για την Ελλάδα αποτελεί απαραίτητο βήμα προς τη δημοσιονομική ένωση αφού οι κανόνες της Ευρωζώνης για τα χρέη και τα ελλείμματα δεν συνιστούν δημοσιονομική ένωση δίχως ένα ευρύτερο σύστημα μόνιμων δημοσιονομικών μεταβιβάσεων μεγάλης κλίμακας και τη συμμετοχή όλων στους κινδύνους.
Η Ελλάδα βρίσκεται πιο κοντά στην Αίγυπτο του 19ου αιώνα, μια χώρα που αποτέλεσε βασικό στόχο των πλούσιων Ευρωπαίων πιστωτών οι οποίοι παρείχαν αστόχαστα δάνεια σε μια εύθραυστη κυβέρνηση και στη συνέχεια επέβαλαν οικονομικό έλεγχο για να ξαναπάρουν τα λεφτά τους στο όνομα της οικονομικής αποδοτικότητας – εστιάζοντας σε μια αναδιάρθρωση τύπου ΔΝΤ της αιγυπτιακής βαμβακοπαραγωγής – με αποτέλεσμα την τροφοδότηση εθνικιστικών εκρήξεων.
Το γερμανικό σχέδιο ενδέχεται βέβαια να ήταν μια μπλόφα που ήθελε να εξοργίσει την Αθήνα ώστε να την υποχρεώσει να εγκαταλείψει μόνη της το ευρώ και να μην χρεωθεί η γερμανική ηγεσία τη σίγουρη αποτυχία του ελληνικού υφεσιακού προγράμματος. Αλλά η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ δεν θα λύσει τα προβλήματα του ευρώ. Το σχέδιο για την εποπτεία του ελληνικού προϋπολογισμού μπορεί να ακούγεται καλά στους ψηφοφόρους της Μέρκελ αλλά δεν αποτελεί μια σοβαρή απάντηση για το τι πάει στραβά στην Ευρωζώνη και πώς μπορεί να διορθωθεί.